Τρίτη 13 Αυγούστου 2013

Ορυκτοί Πόροι (Ο.Π.) στην Ελλάδα - Ο Ρόλος τους στην Οικονομία

Πηγή: iskra.gr 


Των ΝΙΚΟΥ ΓΕΩΡΓΑΚΑΚΗ & ΓΙΩΡΓΟΥ ΒΟΥΓΙΟΥΚΑΛΑΚΗ

ΜΕΡΟΣ Α

Ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, έχει πάρει πρωτόγνωρες διαστάσεις η συζήτηση για το πόσους ορυκτούς πόρους διαθέτει η χώρα μας. Η φιλολογία μάλιστα αυτή αναπτύσσεται προς δύο αντίθετες   κατευθύνσεις.

Η μία, υπερβάλλει σε ότι αφορά τις διαστάσεις των ορυκτών πόρων μας, ποσοτικές, ποιοτικές και οικονομικές. Η άλλη, προσεγγίζει τους Ο.Π. ή τον «ορυκτό πλούτο» με μία αφοριστική, θα λέγαμε μηδενιστική αντίληψη, με βάση την οποία, εφόσον ο «ορυκτός πλούτος» επιβαρύνει ή και καταστρέφει το περιβάλλον, καλύτερα να μην υπήρχε, ή εν πάση περιπτώσει δεν υπάρχει λόγος να τον εκμεταλλευτούμε σήμερα.

Στο παρόν άρθρο θα κινηθούμε σε ένα "τρίτο δρόμο" και θα προσπαθήσουμε να δώσουμε μια όσο γίνεται πιο αντικειμενική εικόνα για τους Ορυκτούς πόρους μας και τον ρόλο τους στην Οικονομία.

Σε επόμενο άρθρο, θα επιχειρήσουμε να σχολιάσουμε εκτενέστερα τη μηδενιστική προσέγγιση.

Αρχικά, αξίζει να επισημανθεί, πως κανένας αρμόδιος φορέας δεν έχει καταθέσει ολοκληρωμένη μελέτη για το θέμα αυτό, το θέμα της ολοκληρωμένης αποτίμησης των Ο.Π.

Υπάρχουν επιστημονικές εργασίες, κυρίως ατομικές αλλά και ομαδικές, που ασφαλώς έχουν την αξία τους, όμως ολοκληρωμένες μελέτες, συλλογικές, υπό την εποπτεία της αρμόδιας διεύθυνσης του ΙΓΜΕ, δεν έχουν εκπονηθεί. Έχουν δημοσιευθεί αποσπασματικές εργασίες, που όμως δεν μπορεί να θεωρηθεί πως έχουν τη σφραγίδα αρμόδιου φορέα (πχ του ΙΓΜΕ) ασχέτως αν –ελλείψει ολοκληρωμένων μελετών- ακόμη και ο πρώην Γενικός Διευθυντής ΙΓΜΕ (Παπαβασιλείου 2011) έχει χρησιμοποιήσει αυτές τις εργασίες και τις έχει αποστείλει προς τις εποπτεύουσες αρχές.

Κατά συνέπεια, συνολική, ακριβής έγκυρη εκτίμηση των αποθεμάτων της χώρας σε Ορυκτές Πρώτες Ύλες δεν υπάρχει.

Ποια είναι όμως εν πάση περιπτώσει, τα δεδομένα που δίνουν ειδικοί επιστήμονες μας που έχουν ασχοληθεί με το θέμα της καταγραφής των Ο.Π.; Σε αυτά θα αναφερθούμε αρχικά.

Βεβαίως εδώ αξίζει μία επισήμανση-παρένθεση, που αφορά όλους όσους αβασάνιστα ποσοτικοποιούν τα δεδομένα για τους υδρογονάνθρακες που είναι ακόμη λιγότερα, με αποτέλεσμα να οδηγούν κατά κανόνα σε μία ψευδή εικόνα. Επομένως ένα πρώτο γενικό συμπέρασμα μας, είναι, πως οφείλουμε να είμαστε αρκετά επιφυλακτικοί σε σχετικές ανακοινώσεις, ειδικά όσον αφορά αποθέματα υδρογονανθράκων.

Τώρα για τους Ο.Π. που αφορούν τα μεταλλικά ορυκτά(Ι), τα βιομηχανικά ορυκτά (ΙΙ) και τα λιγνιτικά κοιτάσματα(ΙΙΙ), η έρευνα που έχει πραγματοποιηθεί είναι σημαντική ώστε, εδώ, η κριτική πρέπει να εστιαστεί στην αδράνεια σύνταξης ολοκληρωμένης επεξεργασίας των δεδομένων που θα βοηθούσε να εξαχθούν τα ορθά συμπεράσματα.

Στις τρεις αυτές κατηγορίες, η πραγματοποιηθείσα έρευνα, μαζί με τα δεδομένα των ίδιων των εταιρειών που τα εκμεταλλεύονται και του φορέα τους ΣΜΕ(Σύνδεσμος Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων), μπορούν να μας δώσουν αρκετά προσεγγιστική εικόνα, πολύ κοντά στην πραγματικότητα, κυρίως στα ποσοτικά δεδομένα των αποθεμάτων και λιγότερο στις αξίες όπως θα εξηγηθεί παρακάτω.

Οι πιο αξιόπιστες αποτιμήσεις, τουλάχιστον όσον αφορά τα ποσοτικά δεδομένα, είναι αυτές που αφορούν στις στερεές ενεργειακές ύλες για τις οποίες διεξάγει έρευνες , δεκαετίες τώρα η αρμόδια διεύθυνση του ΙΓΜΕ.

Συνοψίζοντας, μπορούμε να ασκήσουμε κριτική στους αρμόδιους φορείς (πχ ΙΓΜΕ) και τα εκάστοτε εποπτεύοντα υπουργεία (Βιομηχανίας, Ανάπτυξης, ΥΠΕΚΑ) για την παράλειψη αυτή, που ασφαλώς συνιστά μικρότερο παράπτωμα σε σύγκριση με την ανυπαρξία Μεταλλευτικής και γενικότερα Βιομηχανικής πολιτικής.

Η βιομηχανική πολιτική αλλά και ειδικότερα η μεταλλευτική πολιτική ήταν και είναι ευκαιριακή, χωρίς στόχευση και όραμα

Πίνακας Ι. Αποθέματα μετάλλων
Μέταλλο
Τόνοι
Αξία (Κ€/t)
Αξία(εκ. €)
Νικέλιο (Λατερίτες - ΛΑΡΚΟ)
934800
15.03
14050,4
Βωξίτης (Al, Φωκίδα, Φθιώτιδα)
250
20
5000,0
Χρώμιο(Χρωμίτες - Ξερολίβαδο, Βούρινος Κοζάνη)
670000
1.96
1313,2
Μόλυβδος- Ψευδάργυρος (Θράκη, Θάσο, Κιλκίς, Μολάοι, Σέρρες)
1500800
1.5
2251,2
Μόλυβδος- Ψευδάργυρος (Χαλκιδική)
1596000
1.5
2394,0
Άργυρος   (Θράκη, Κιλκίς, Μολάοι, Δράμα)
644.8
882.14
568,8
Άργυρος (Χαλκιδική)
2111.6
882.14
1862,7
Χρυσός   (Θράκη, Κιλκίς, Καβάλα, Σέρρες)
129.6
37220
4823,7
Χρυσός (Χαλκιδική)
288.12
37220
10723,8
Χαλκός ( Κιλκίς, Θράκη, Σέρρες, Φθιώτιδα)
445630
6.02
2682,6
Χαλκός ( Χαλκιδική)
1043000
6.02
6278,8
Μαγγάνιο (Χαλκιδική, Δράμα, Μήλος)
1034550
2.4
2482,9
Μολυβδένιο, Βολφράμιο, Αντιμόνιο (Ξάνθη, Λαχανάς, Ροδόπη)
20350
25
508,8
ΣΥΝΟΛΟ
54940,9
Πίνακας ΙΙ. Βιομηχανικά Ορυκτά - Πετρώματα
Είδος
Εκατομ. τον
Αξία (€/t)
Αξία (εκ. €)
Μαγνησίτης (Λευκόλιθος, Γερακινή)
280
35
9800
Περλίτης (Μήλος, Γυαλί, Κως, Κίμωλος)
1200
10
12000
Μπεντονίτης (Μήλος, Κίμωλος)
100
35
3500
Γύψος (Δυτική Ελλάδα)
350
6
2100
Ποζολάνες (Μήλος, Γυαλί, αλλού)
400
10
4000
Διατομίτες
100
25
2500
Ζεόλιθοι (Θράκη, αλλού)
600
30
18000
Άλλα βιομηχ. ορυκτά και πετρώματα
3200
ΣΥΝΟΛΟ
55.100

Πίνακας ΙΙΙ. Λιγνιτικά κοιτάσματα
Περιοχή
Εκατομ. Τον.
Αξία (€/t)
Αξία (εκ. €)
Πτολεμαΐδα - Αμύνταιο
1546
40
61840
Φλώρινα
330
40
13200
Μεγαλόπολη
251
40
10040
Ελασσόνα
169
40
6760
Δράμα
900
40
36000
Σύνολο
127.800

ΑΞΙΑ ΤΩΝ ΟΡΥΚΤΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

Τα μεγέθη που παρουσιάζονται στους παραπάνω πίνακες προκύπτουν από:

Ι. Για τα μεταλλικά ορυκτά, (Πίνακας Ι), τα δεδομένα από μία συνθετική επισκόπηση του 2011 ομάδας επιστημόνων του ΙΓΜΕ (Αρβανιτίδης κ.α.)** που έχει ασχοληθεί με την κοιτασματολογική έρευνα. Τα στοιχεία αυτά μπορούν να θεωρηθούν τα πιο έγκυρα σήμερα υπό την έννοια πως είναι τα ίδια που έχουν υποβληθεί επίσημα στην Ε.Ε. ως "οδικός χάρτης" της Ελλάδας για τις μη ενεργειακές πρώτες ύλες.

ΙΙ. Για τα βιομηχανικά ορυκτά, (Πίνακας ΙΙ), από μία συνθετική επισκόπηση του 2012, των Τσιραμπίδη και Φιλιππίδη (Κοιτασματολόγοι, Καθηγητές Α.Π.Θ.). Τα στοιχεία αυτά μπορούν να παρθούν υπόψη ως "τάξεις μεγέθους".

ΙΙΙ.Για τις στερεές ενεργειακές ύλες, (Πίνακας ΙΙΙ), από τα στοιχεία της αντίστοιχης διεύθυνσης του ΙΓΜΕ, και είναι αξιόπιστα. Τα βεβαιωμένα γεωλογικά κοιτάσματα λιγνίτη ανέρχονται σε 6,7 δισ. τόνους, από τα οποία τα 3,2 δισ. εκτιμώνται ως εκμεταλλεύσιμα για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.
Στους πίνακες αυτούς έγινε μια μικροεπέμβαση που αφορά τον βωξίτη- αλουμίνιο, που μετατέθηκε στην κατηγορία των μετάλλων αντί του πίνακα των βιομηχανικών ορυκτών όπου εμφανιζόταν.
Στο παρούσα μικρή έκθεση δεν γίνεται αναφορά στα ρευστά ορυκτά καύσιμα (πετρέλαιο και φυσικό αέριο) με τα οποία δεν ασχολείται το ΙΓΜΕ αλλά δεν υπάρχουν και γενικότερα αξιόπιστες εκτιμήσεις.

Η αξία των αποθεμάτων υπολογίζεται με βάση τις τιμές της διεθνούς αγοράς του 2011.

Έτσι η συνολική αξία των κοιτασμάτων μεταλλικών ορυκτών, βιομηχανικών ορυκτών και λιγνίτη που υπάρχουν στη χώρα, υπολογίζεται σε 55 δισεκατομμύρια € για τα μεταλλικά ορυκτά, 55 δισ. € για τα βιομηχανικά, και σε 128 δισ. € για το λιγνίτη. Επειδή γίνεται αρκετός λόγος τα τελευταία χρόνια για μετάβαση στη μεταλιγνιτική περίοδο, αναφέρονται εκτιμήσεις αρμόδιων της ΔΕΗ, πως με βάση τους σημερινούς ρυθμούς κατανάλωσης λιγνίτη, εκτιμάται ότι τα αποθέματα της Δυτικής Μακεδονίας επαρκούν για 40 έτη, ενώ αυτά της Μεγαλόπολης για 20 έτη.

Μια ακόμη κατηγορία ορυκτών πόρων είναι οι σπάνιες γαίες** όπου η εικόνα είναι ακόμη πιο ασαφής αφού δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία κοιτασματολογικής έρευνας. και δεν υπάρχει καμία σοβαρή εκτίμηση των αποθεμάτων ούτε καν από τον πρώην Γεν. διευθυντή ΙΓΜΕ που συνήθως παρουσίαζε ωραιοποιημένα στοιχεία. Έτσι η κατηγορία αυτή δεν περιλαμβάνεται στην παρούσα έκθεση.

ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΠΙΝΑΚΩΝ:

Πρέπει, βεβαίως, να επαινεθεί η δουλειά των επιστημόνων που συγκέντρωσαν τα στοιχεία αυτά. 

Όμως πρέπει να γίνει κατανοητό, πως τα παραπάνω μεγέθη, δεν αρκούν, για να εξάγουμε ολοκληρωμένα συμπεράσματα για τους ορυκτούς πόρους μας. Πρώτον, δεν αποσαφηνίζεται γενικά, αν το μέγεθος των αποθεμάτων αφορά αποθέματα όπως είναι στο υπέδαφος (in situ) ή αν είναι τα τεχνικώς απολήψιμα αποθέματα. Επίσης αν τα δεύτερα αυτά είναι και οικονομικά απολήψιμα αποθέματα,σύμφωνα με τα δεδομένα και τις συνθήκες της αγοράς.

Για να προχωρήσουμε στη δική μας προσέγγιση και έχοντας σαν δεδομένο πως δεν υπάρχουν άλλες εκθέσεις με πίνακες δεδομένων, υποθέτουμε πως τα στοιχεία των πινάκων πληρούν και τους δύο όρους. Ότι δηλαδή πρόκειται και για αποθέματα που μπορούμε τεχνικά να τα εξορύξουμε, αλλά και ότι συμφέρει να τα εξορύξουμε. Πάντως κατά κανόνα τα τελικά παραγόμενα προϊόντα, πάντα υπολείπονται των θεωρητικών προσεγγίσεων και υπολογισμών

Θα αναφερθούμε σε ένα παράδειγμα από αντικείμενο με το οποίο έτυχε να ασχοληθούμε στο ΙΓΜΕ, για να γίνει κατανοητή η απόσταση μεταξύ θεωρητικών προσεγγίσεων- υπολογισμών και της πραγματικότητας. Το παράδειγμα με τους χρωμίτες. Τα βάθη στα οποία βρέθηκαν νέα κοιτάσματα χρωμιτών πριν το 1990, ήταν τέτοια που καθιστούσαν τεχνικά δύσκολη την οικονομική εξόρυξη τους, όμως το κυρίως πρόβλημα της τυχόν εκμετάλλευσης τους αφορούσε τις εξελίξεις, μετά το 1990, όταν οδηγήθηκε σε κλείσιμο ο δημόσιος φορέας, ΕΛΣΙ, που είχε δημιουργηθεί για την εκμετάλλευση των χρωμιτών. Τα χαρακτηριστικά λοιπόν των κοιτασμάτων χρωμίτη σε συνδυασμό με την ανυπαρξία φορέα εκμετάλλευσης χρωμιτών (μετά το κλείσιμο της ΕΛΣΙ) οδηγούν στο συμπέρασμα ότι είναι απίθανο να περιμένουμε εξόρυξη και εκμετάλλευση χρωμιτών τα επόμενα 10 με 20 χρόνια. Άρα, για το χρώμιο (σιδηροχρώμιο), στη θέση της αναμενόμενης αξίας τους που αναφέρεται στο σχετικό πίνακα, με ρεαλιστικούς όρους θα βάζαμε μηδέν.

Θα αναφερθούμε, στη συνέχεια, λίγο περισσότερο στον υπολογισμό της αξίας των ορυκτών υλών όπου το θέμα μπερδεύει. Δηλαδή, όπως φαίνεται στους σχετικούς πίνακες η αξία προκύπτει με το να πολλαπλασιάζουμε τόνους που βρίσκονται μέσα στη γη, με την αξία του μετάλλου ή ορυκτού "στο ράφι". Αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί επιστημονική προσέγγιση αλλά περισσότερο ενδεικτική, γιατί για να πάρουμε το μέταλλο χρειάζεται να ξοδέψουμε μεγάλο μέρος της θεωρητικής του αξίας, σε επένδυση και σε λειτουργικό κόστος. Για να είμαστε ρεαλιστές, θα ήταν ευχής έργο αν από τη θεωρητική αξία του μείνει ένα 10-15% ως καθαρό όφελος.

Βεβαίως, για να είμαστε ακόμη πιο ρεαλιστές, θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε πως αυτό το καθαρό όφελος αυξάνεται λόγω του πρόσθετου οφέλους που προκύπτει αν ληφθούν υπόψη, οι μισθοί των εργαζομένων που θα εξορύξουν τα μεταλλεύματα και αν περιληφθεί ένα επιπρόσθετο όφελος, από τα τυχόν εντόπιας παραγωγής υλικά (π.χ. ξυλεία, χάλυβας, εκρηκτικά, κλπ) που θα ενσωματωθούν στην αξία του τελικού προϊόντος κλπ

Η αξία, τότε, των Ο.Π. μπορεί να ανέβει στο 25-35% της θεωρητικής που μνημονεύουν οι πίνακες.

Δηλαδή με βάση αυτές τις παραδοχές μια προσέγγιση που δεν φιλοδοξεί να είναι η άριστη, θα οδηγούσε σε συνολική εποτίμηση της αξία των 3 κατηγοριών ορυκτών πόρων να προσεγγίζει το 0,25Χ(55+55+128)~ 60 δις. €.

ΜΕΡΟΣ Β

Ο ΕΥΡΥΤΕΡΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΟΡΥΚΤΩΝ ΠΟΡΩΝ

Πρέπει όμως να επισημανθεί εδώ, πως ο οικονομικός ρόλος των ορυκτών πόρων είναι αρκετά μεγαλύτερος αν ληφθεί υπόψη η συμβολή τους γενικά στη μεταποίηση που για ορισμένα υλικά φθάνει στο πιο τελικό στάδιο, όπως για παράδειγμα στα είδη από αλουμίνιο (μαγειρικά σκεύη κλπ) αλλά και η συμμετοχή στην οικοδομική και κατασκευαστική δραστηριότητα. Αν συμφωνήσουμε σε αυτές τις παραδοχές, τότε η προστιθέμενη αξία είναι σημαντικότατη και το τελικό οικονομικό αποτέλεσμα είναι πολύ μεγαλύτερο από εκείνο που αναφέρεται μόνο για τα βασικά προϊόντα (μέταλλα κλπ). Μια τέτοια προσέγγιση επιβάλλει άλλη, πολύ πιο προχωρημένη μελέτη και για αυτό, εδώ, θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε το συνολικότερο οικονομικό όφελος μόνο ενδεικτικά.

Η έμμεση συμβολή των ορυκτών πόρων (Ο.Π.)

Η έμμεση συμβολή των ορυκτών πόρων (Ο.Π) μπορεί να προκύψει αν πέρα του κλάδου των ορυχείων περιλάβουμε στους υπολογισμούς μας τους κλάδους 26,27,28 της μεταποίησης, που αφορούν αντίστοιχα στην παραγωγή προϊόντων από μη μεταλλικά ορυκτά, στην παραγωγή βασικών μετάλλων και στην κατασκευή μεταλλικών προϊόντων.

Απασχόληση

Ο κλάδος των ορυχείων έχει και αυτός τη συμβολή του στην απασχόληση αν και μειούμενη. Η απασχόληση στα ορυχεία από 25300 θέσεις εργασίας, δηλαδή το 0,78% του συνόλου το 1975, έπεσε στις18900 το 2002 δηλαδή στο 0,48% του συνόλου.

Για την περίοδο 1975-2002 υπολογίζεται ότι αυτή κινήθηκε στο 0,6 % κατά μέσο όρο της συνολικής απασχόλησης στη χώρα μας, λόγος που διαρκώς μειώνεται

Αν όμως υπολογίσουμε ευρύτερα τη συμβολή στην απασχόληση των κλάδων του ΜΜ-Τομέα της Οικονομίας.(περιλαμβάνοντας δηλαδή και τους υποκλάδους της Μεταποίησης 26,27,28) έχουμε κατά προσέγγιση την απασχόληση του συνόλου του Μεταλλευτικού – Μεταλλουργικού Τομέα (ΜΜΤ), η οποία με βάση τα στοιχεία των τελευταίων ετών –αρχές δεκαετίας 2000- κινείται γύρω στις 115000 θέσεις, δηλαδή περί το 3%.

Εδώ μπορούμε να περιλάβουμε και μέρος της απασχόλησης στον κατασκευαστικό τομέα, 
όπου μετά το 1981 έτη, ο μέσος όρος αυτής της απασχόλησης στις κατασκευές ήταν περί το 7 %

Συμβολή στο ΑΕΠ

Αν για τον υπολογισμό της εξέλιξης της προστιθέμενης αξίας του μεταλλευτικού μεταλλουργικού κλάδου περιλάβουμε τη συμβολή των Ορυχείων και την προστιθέμενη αξία στους προαναφερθέντες κλάδους 26,27, 28 της μεταποίησης, τότε η συμβολή στο ΑΕΠ υπολογίζεται ότι έχει εξελιχτεί σε 2,06% το 1960, σε 3,45% το 1970, σε 3,7% το 1980, σε 2,81% το 1990 και σε2,75 % το 2000.

Με βάση τους υπολογισμούς μας η συμβολή του Μεταλλευτικού Μεταλλουργικού Τομέα (ΜΜΤ) συνολικά στο ΑΕΠ κινείται για την συνολική περίοδο 1960-2002 να συμβάλλει κατά περίπου 3% στο ΑΕΠ.

Εδώ μπορεί να περιληφθεί και μέρος τουλάχιστον του ΑΕΠ του κατασκευαστικού τομέα, που με βάση τα στοιχεία της ΕΣΥΕ (σήμερα ΕΛΣΤΑΤ) συμμετέχει στο ΑΕΠ διαχρονικά σε ένα ποσοστό πάνω από το 8%. Θεωρούμε ότι είναι γενικά αποδεκτό πως ο Μεταλλευτικός- Μεταλλουργικός τομέας τροφοδοτεί σε μεγάλο βαθμό και τον κατασκευαστικό τομέα –με μεγάλη γκάμα προϊόντων,

Η συντριπτική πλειοψηφία των υλών που χρησιμοποιούνται στις κατασκευές αφορούν τους υπό εξέταση κλάδους (πχ τσιμέντα, άμμος, σίδηρος, αδρανή υλικά, αλουμίνια, γύψος, μάρμαρα, τούβλα κλπ)

Εξαγωγές της χώρας

Αν και τα τελευταία χρόνια έχουμε μία γενικότερη επιδείνωση στις συνολικές εξαγωγές, ο μεταλλευτικός μεταλλουργικός τομέας συμβάλλει σημαντικά σε αυτές, Βεβαίως και εδώ είχαμε επιδείνωση για ορισμένα υλικά. Για παράδειγμα μεταξύ 2005 και 2009 οι εξαγωγές αργίλων έπεσαν από 3245 τον σε 384 τον, και βωξιτών από 1.576.000 τον σε 1.220.000 τόνους.

Όμως, σε αντίθεση με την συρρίκνωση της εγχώριας αγοράς, κυρίως στα κατ’εξοχήν δομικά προϊόντα (αδρανή, τσιμέντα, κεραμικά κλπ) δυνάμωσαν οι εξαγωγές των προϊόντων που διοχετεύονται στην διεθνή αγορά (βιομηχανικά ορυκτά ,αλουμίνιο ,νικέλιο κλπ).

Βεβαίως οι ενδείξεις για αποθέρμανση της οικονομίας της Κίνας και των ΗΠΑ οπωσδήποτε θα επηρεάσουν αρνητικά τα επόμενα χρόνια τον δείκτη αυτό.

Οι επενδύσεις

Δεν θα εμβαθύνουμε στο θέμα των επενδύσεων, του ΜΜΤ, όμως είναι ευνόητο ότι και αυτές έχουν τη δική τους συμβολή στις συνολικές επενδύσεις της χώρας μας .

ΓΕΝΙΚΟΤΕΡΑ ΣΧΟΛΙΑ

Βεβαίως είναι γνωστό και όλοι άλλωστε αναγνωρίζουν την πορεία αποβιομηχάνισης της χώρας τις τελευταίες δεκαετίες, που εκδηλώνεται και με τη μείωση της μεταλλευτικής-μεταλουργικής δραστηριότητας.

Ενδεικτικά, αναφέρουμε, ότι την περίοδο 2008-2011 ο δείκτης βιομηχανικής παραγωγής έπεσε από 100 σε 80.και ειδικά στον κλάδο ορυχείων λατομείων από 92,4 σε 76,7.

Η παραγωγή βωξίτη μεταξύ 2004 και 2009 έπεσε από 2450 χιλ. τόνους σε 1957 χιλ τόνους και η απασχόληση στη μεταποίηση μεταξύ 2010 και Α τρίμηνο 2013έπεσε από 482000 εργαζόμενους σε 339000.

Όμως η βιομηχανία και ειδικά ο συγκεκριμένος τομέας(ΜΜΤ), έχει να δώσει ακόμη αρκετά στην οικονομία και κοινωνία, έχει να παίξει σημαντικό ρόλο και στις επόμενες δεκαετίες.

Όπως αναφέρει ο Ηλίας Ιωακείμογλου, αν και η συμμετοχή της βιομηχανίας στο συνολικό προϊόν μειώνεται και εκ πρώτης όψεως, οι εξελίξεις καθιστούν μικρότερη τη σημασία της βιομηχανίας, «εν τούτοις, κατά τις επόμενες δεκαετίες, η βιομηχανία θα διατηρήσει τον κρίσιμο ρόλο της – και αυτό θα συμβεί για δύο λόγους: Πρώτον, διότι στα πλαίσια του νέου παραγωγικού προτύπου που αναδύεται, η μεταποιητική βιομηχανία, ως προνομιακός χώρος αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας, αναλαμβάνει τον κρίσιμο ρόλο να παράγει κεφαλαιουχικά αγαθά των οποίων οι τιμές μειώνονται (ή έστω αυξάνονται με μικρότερους ρυθμούς από ότι τιμές των άλλων αγαθών και υπηρεσιών). Δεύτερον, διότι η μεταποίηση παραμένει ο «εκπρόσωπος» κάθε εθνικής οικονομίας στον διεθνή ανταγωνισμό».

-Ο ΜΜ Τομέας αφορά παραγωγικές δραστηριότητες της βαριάς βιομηχανίας αλλά όχι μόνο. Αφορά σε σημαντικό βαθμό και στην ελαφρά βιομηχανία. Επειδή μάλιστα όλοι συμφωνούν ότι η ελαφρά βιομηχανία μπορεί πάντοτε να παίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη πρέπει να ενθαρρύνεται με δέσμη μέτρων (χρηματοδοτικών, φορολογικών κλπ). Όπως αναπτύχθηκε στα προηγούμενα κεφάλαια η συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων αδρανών υλικών και μαρμάρων είναι μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Ο Τομέας παίζει και μπορεί να παίξει και στο μέλλον σημαντικότατο ρόλο στο ΑΕΠ, στις εξαγωγές, στην εγχώρια κατανάλωση στις επενδύσεις αλλά και στην απασχόληση.

*Συνειδητά χρησιμοποιούμε τον όρο Ορυκτοί Πόροι και όχι Ορυκτό Πλούτο γιατί:

Όπως ανέφεραν σε συνέδριο του ΤΕΕ οι (Γ.Κατσάνης / Δ.Ρεμούνδος/ Χρ.Αδαμόπουλος Οικονομολόγοι & Γ.Κανελλόπουλος Μηχ.Μεταλλείων )

«Ο όρος «Ορυκτός πλούτος» δεν είναι πετυχημένος από την άποψη της εννοιολογικής ακριβολογίας.
Η λέξη «πλούτος» στην ελληνική γλώσσα αλλά και στις ξένες γλώσσες δίνει την έννοια ενός συνόλου αγαθών υπαρκτών. Αν το σύνολο αυτών των αγαθών υπάρχει στο παρόν δεν είναι «πλούτος». Ακόμη περισσότερο αν ανάγεται στο αβέβαιο μέλλον μ’ένα μικρό ή μεγάλο συντελεστή αβεβαιότητας. Αν θέλουμε να ακριβολογήσουμε «ορυκτό πλούτο» αποτελούν τα εξορυγμένα στην άμεση διάθεσή μας κατά το παρόν ορυκτά….»

**Αρβανιτίδης κ.α. 2011. Ελληνικός ορυκτός πλούτος. Νέες αναπτυξιακές δυνατότητες για βιώσιμες και παραγωγικές επενδύσεις.

*** Σπάνιες γαίες είναι μία ομάδα 17 μεταλλικών στοιχείων με παρόμοιες χημικές ιδιότητες και ασυνήθιστες ονομασίες, όπως Λανθάνιο, Πρασεοδύμιο και Προμήθειο. Αυτό που τα καθιστά περιζήτητα είναι η μοναδική χρησιμότητά τους σε εφαρμογές και προϊόντα υψηλής τεχνολογίας, κινητά τηλέφωνα, φορητούς υπολογιστές, κλπ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου